Τα «Κετσέκια» του Ποντισμένου
Η στήλη των μαθητώνΚαθαρά Δευτέρα και η πλατεία του χωριού είναι πλημμυρισμένη από κόσμο. Ντόπιοι, κάτοικοι από τα γύρω χωριά, μα και ξένοι επισκέπτες, κάποιοι από χώρες της Ευρώπης και κάποιοι από την Αμερική, βρέθηκαν στο Ποντισμένο, στο μοναδικό μέρος που κάθε χρόνο αυτή τη μέρα αναβιώνει ένα ξεχωριστό λαϊκό δρώμενο, τα Κετσέκια!
Η Γκίκα αρχίζει να παίζει και ο αρχέγονος ήχος της ενώνεται με τον ήχο του Νταϊρέ. Σε λίγο κάνουν την εμφάνισή τους οι χορευτές, ντυμένοι με την παραδοσιακή φουστανέλα, έχοντας στο κεφάλι τους δεμένη γυναικεία μαντήλα και στο στήθος κρεμασμένα τα γιορντάνια. Χορεύουν έναν ιδιότυπο χορό, ο ένας πίσω από τον άλλον, δίχως όμως να πιάνονται μεταξύ τους. Οι τσαμπαρές, οι ζίλιες που φορούν στα δάχτυλά τους αντηχούν τον μεταλλικό τους ήχο καθώς τις χτυπούν ρυθμικά. Τραγουδούν δυνατά:
«Μανόλη, Μανολάκη, βρε καλό παιδί
ρίξε ένα ταληράκι μέσα στο λυρί»
Τους καθοδηγεί ο Τσαούσης, το σύμβολο της εξουσίας! Είναι αυτός που δίνει το βήμα. Το μαστίγιό του άλλοτε σφυρίζει απειλητικά στον αέρα κι άλλοτε πέφτει στα σώματα των χορευτών για να τους επαναφέρει στην τάξη. Μα δεν αργούν να ξεφύγουν και πάλι. Ο Κλάπατζης, ο τρελός του χωριού με το ψηλό του καπέλο, παραμονεύει! Σπρώχνει, πειράζει, ενοχλεί και ανατρέπει την τάξη που προσπαθεί να επιβάλλει με τη βία ο Τσαούσης με το καμτσίκι του.
Η Κατερίνα Κάλλιου, χοροδιδάσκαλος στον Πολιτιστικό και Λαογραφικό Σύλλογο του Ποντισμένου εξηγεί τον βαθύτερο συμβολισμό του δρώμενου:
«Ο Τσαούσης με το μαστίγιό του συμβολίζει την αυστηρή εξουσία του Τούρκου. Είναι σαν μια ανάμνηση της καταπίεσης και της αντίστασης σε αυτή μέσα από το χιούμορ. Οι χορευτές που συμμετέχουν στο δρώμενο φορούν τα γυναικεία μαντήλια για δύο λόγους. Αφενός για να δείξουν πως οι Έλληνες μασκαρεύονταν για να κρύψουν την αληθινή τους ταυτότητα και έτσι να ξεγελάσουν τους Τούρκους και αφετέρου, σύμφωνα με άλλη εκδοχή για να ικανοποιήσουν την απαίτηση των Τούρκων να φορούν οι Έλληνες γυναικεία με σκοπό να τους κοροϊδέψουν και να γελάσουν μαζί τους. Όσο για τον Κλάπατζη, που ανατρέπει την αυστηρότητα με τα πειράγματά του και δημιουργεί το χάος, ίσως είναι εκείνος που μας δείχνει πως ακόμη κι όταν οι εξωτερικές δυνάμεις προσπαθούν να επιβάλλουν κανόνες με τον φόβο και τη βία, η αληθινή ψυχή του λαού δεν μπορεί να περιοριστεί. Είναι δηλαδή το στοιχείο που σπάει τα δεσμά της καταπίεσης, το σύμβολο της ελευθερίας και της ανατροπής!»
Η ίδια μας πληροφορεί ακόμη πως η Γκίκα είναι το παλιότερο είδος μακεδονικής λύρας με χορδές φτιαγμένες από έντερα ζώου, ενώ το δοξάρι της έχει τρίχες από ουρά αλόγου. «Δυστυχώς δεν έχουμε πια νέους που να ξέρουν το παίξιμό της και φοβάμαι πως μαζί με τον αυθεντικό της ήχο θα χαθεί μια φωνή από το παρελθόν που μας θυμίζει τις ρίζες μας.»
Μέσα από αυτά τα λόγια η Κατερίνα εκφράζει την αγωνία της μα και την προειδοποίηση πως η διατήρηση της παράδοσης εξαρτάται από τη μετάδοση της γνώσης και του πάθους στους νέους, ώστε να μη χαθεί η μαγεία του παρελθόντος.
Και όσο η νύχτα προχωρά, τα Κετσέκια συνεχίζουν. Το μαστίγιο πέφτει, η μουσική δυναμώνει, ο Κλάπατζης γελάει δυνατά….
Αν ποτέ βρεθείτε στο Ποντισμένο την Καθαρά Δευτέρα, μην παραλείψετε να ζήσετε από κοντά αυτό το μοναδικό λαϊκό δρώμενο. Αφήστε τον μαγικό του ρυθμό να σας συνεπάρει, να σας μεταφέρει πίσω σε εποχές, όπου κάθε βήμα και κάθε νότα αντηχούσαν την ψυχή της παράδοσής μας. Ελάτε να γιορτάσουμε μαζί τη ζωή, το γέλιο, την ανίκητη δύναμη του λαού!
Συγγραφή κειμένου και παράθεση πηγών: Δέλιου Τάνια & Κάννης Λεωνίδας, μαθητές της Γ΄ τάξης
Φιλολογική επιμέλεια : Καταρτζή Γεωργία & Αλτεζίνι Φραντσέσκα